Χρόνος - πόσο κρεμόμαστε από αυτόν; © Harold Lloyd Entertainment
Αυτές τις μέρες γίνεται παραδοσιακά πολλή κουβέντα για τον χρόνο (δηλαδή κυρίως για τη βασική μονάδα μακροσκοπικής μέτρησης του χρόνου: το έτος, που είναι η περίοδος περιφοράς του πλανήτη μας γύρω από το μητρικό του άστρο, τον Ήλιο). Αναφέρονται διάφορα "αφοριστικά" - κυρίως σχετικά με το πόσο "αυθαίρετη" ή "ανορθολογική" ή "ανθρωποκεντρική" ή "εγωιστική" ή "άστοχη" ή .... <οτιδήποτε_μπορείς_να_φανταστείς> είναι αυτή η επιλογή. Δεν με απασχολεί αυτή η κουβέντα. Το κείμενο που ακολουθεί αφορά τον χρόνο, όχι το έτος, και το είχα γράψει πριν από 17 χρόνια για την ελληνική έκδοση του Popular Science.
Ευτυχισμένος ο Καινούργιος Χρόνος! Όμως, τί ακριβώς είναι ο Χρόνος;
Ο χρόνος μπορεί να φαντάζει σαν το παιχνίδι ενός παιδιού, πρόκειται όμως για βασιλικό παιχνίδι.
Ηράκλειτος
Όπως ο Άγιος Πέτρος κρατά, στην παράδοση των Λατίνων, τα κλειδιά του Παραδείσου, έτσι και ο Thomas O’Brian του Εθνικού Ινστιτούτου Προτύπων και Τεχνολογίας NIST των ΗΠΑ κρατά τα κλειδιά του Χρόνου. Του Μετρούμενου Χρόνου βέβαια, αν θέλουμε να είμαστε ακριβείς. Του χρόνου όπως τον μετρά ο σύγχρονος άνθρωπος του δυτικού πολιτισμού, αν θέλουμε να είμαστε ακριβέστεροι.
Το NIST δίνει την επίσημη ώρα των ΗΠΑ και μέσω διαδικτύου, ραδιοφώνου, τηλεφώνου συγχρονίζει καθημερινά εκατομμύρια ρολόγια. Επιπλέον ελέγχει το χρόνο που παρέχει ο στόλος των δορυφόρων ραδιοπλοήγησης GPS και LORAN-C. Μετρά λοιπόν, και μάλιστα με την μέγιστη δυνατή ακρίβεια, το χρόνο για το δυτικό κόσμο, ο οποίος είναι παθιασμένος με αυτή την ακρίβεια μέτρησης της φευγαλέας ουσίας που ονομάζεται χρόνος.
Αντιθέτως, ο Χόρχε στο Μεξικό κανένα σεβασμό δεν τρέφει για την ακρίβεια του χρόνου. Στο ραντεβού μας θα έρθει καθυστερημένος διότι αν και γεωγραφικά βρίσκεται στον δυτικό κόσμο, πολιτισμικά βρίσκεται αλλού. Η ακρίβεια στο Μεξικό και σε άλλες λατινοαμερικάνικες χώρες είναι μάλλον ελάττωμα παρά προτέρημα!
Το NIST-F1, το κεντρικό ατομικό ρολόι καισίου του NIST, ανήκει σε μια διεθνή αλυσίδα 80 ατομικών ρολογιών που παρέχουν τον Συντονισμένο Παγκόσμιο Χρόνο. Ο χρόνος αυτός υπολογίζεται με βάση τις ιδιοσυχνότητες με τις οποίες ταλαντώνονται τα άτομα των ατομικών ρολογιών. Η ακρίβειά τους είναι ασύλληπτη: για να παρεκκλίνει το NIST-F1 κατά ένα δευτερόλεπτο, θα πρέπει να περάσουν πάνω από 30 εκατομμύρια χρόνια ... Και ποιος χρειάζεται τέτοια ακρίβεια;
Σίγουρα όχι ο Ινδός, ο Κενυάτης ή ο Βραζιλιάνος! Στον άτλαντα του χρόνου, η ακρίβεια δεν είναι παγκόσμια αρετή! Σε πολλούς, πάρα πολλούς λαούς η σχέση με το χρόνο είναι εντελώς διαφορετική από αυτή που γνωρίζουμε στην Ελλάδα και γενικότερα στη Δύση. Τόσο η ίδια η πράξη της μέτρησης του χρόνου, αλλά, πολύ περισσότερο, η σχέση των ανθρώπων με τη μέτρηση, είναι πολύ πιο χαλαρή, λιγότερο επιτακτική και δεσμευτική στη ζωή τους απ’ ό,τι στη δική μας ζωή.
Η «χαλαρότητα» των λαών αυτών μάλλον φαντάζει δελεαστική στα μάτια του αγχωμένου και καταπιεσμένου Λονδρέζου, Νεοϋορκέζου και ίσως και Αθηναίου – αν και στην Αθήνα ισχύει το γνωστό «ακαδημαϊκό τέταρτο» που πολλές φορές είναι μισάωρο ... Αυτό όμως που ακούγεται παραμυθένιο και είναι απολύτως κατάλληλο για τις διακοπές μας, μπορεί να είναι εφιαλτικό για την καθημερινότητα – τουλάχιστον για κάποιον που έχει εθιστεί στην χρονική ακρίβεια του δυτικού κόσμου.
Αρκεί να αναλογιστούμε πόσο εκνευριζόμαστε όταν μας «στήνει» κάποιος συνεργάτης ή φίλος. Κι ας είναι μόνο για δέκα λεπτά ή για μισή ώρα. Το ίδιο ραντεβού θα μας «κόστιζε» πολύ περισσότερο σε έναν από τους «παραδείσους» του χρόνου! Υπάρχουν χώρες στην Αφρική όπου θεωρείται εντελώς φυσιολογικό και θεμιτό να μην πάει κανείς στο ραντεβού του μόνο και μόνο διότι βρήκε κάτι καλύτερο, κάτι πιο ενδιαφέρον να κάνει (π.χ. να καθίσει για φαγητό με κάποιον παλιό φίλο που συνάντησε στο δρόμο τυχαία). Ας μην βιαστούμε λοιπόν να καταδικάσουμε την «εξάρτηση» του σύγχρονου δυτικού ανθρώπου από το ζυγό του χρόνου. Ουδέν κακόν αμιγές καλού ...
Πέρα όμως από τις ενδιαφέρουσες ιδιαιτερότητες της ανθρωπογεωγραφίας του χρόνου, των πολιτισμικών αποχρώσεων του ρυθμού της ζωής, ποια είναι η σχέση μας με το ρυθμό της ζωής και του σύμπαντός, ποια είναι η γνώση του χρόνου που έχουμε «κατακτήσει»; Άραγε το γεγονός πως μετράμε το χρόνο με καταπληκτική ακρίβεια μας έχει κάνει πιο σοφούς, πιο επαΐοντες, μας έχει κάνει «κυρίαρχους» του χρόνου; Αμφίβολο ...
Τί γνωρίζει ο άνθρωπος του 21ου αιώνα για τον μεγάλο γνωστό–άγνωστο; Τί γνωρίζουμε πέρα από το γεγονός ότι εσύ κι εγώ, τα παιδιά μας και οι φίλοι μας, ο καθένας μας ως έμβια μονάδα και ενσυνείδητη μοναδικότητα, αντιμετωπίζουμε σήμερα και καθημερινά την αμείλικτη ροή του χρόνου και τα αποτελέσματα του περάσματός του;
Ο χρόνος όπως τον όρισε η επιστήμη του 20ου αιώνα, πάει παρέα με τον χώρο. Αν και οι ιδιότητες του χρόνου είναι σημαντικά διαφορετικές από τις ιδιότητες του χώρου, η αλληλεξάρτηση που θεμελίωσε ο Αϊνστάιν με τη Θεωρία της Σχετικότητας είναι έκδηλη όταν πρόκειται να μετρήσουμε το χρόνο: το μέτρο του εξαρτάται από την ταχύτητα της κίνησης – ακριβώς όπως και οι διαστάσεις του χώρου εξαρτώνται από την ταχύτητα. Ο Αϊνστάιν ανέτρεψε την παιδική αθωότητα και ασφάλεια της γραμμικότητας, της «σταθερότητας» του χρόνου.
Ο Αϊνστάιν και ο Χρόνος: Η Ειδική Θεωρία της Σχετικότητας προέβλεψε ότι ο χρόνος δε ρέει με τον σταθερό, αναλλοίωτο ρυθμό της κλασικής μηχανικής του Νεύτωνα. Τα κινούμενα ρολόγια χτυπούν πιο αργά από τα ακίνητα. Όσο μεγαλύτερες είναι οι ταχύτητες, όσο περισσότερο προσεγγίζουμε την ταχύτητα του φωτός, τόσο πιο αργά κυλάει ο χρόνος. Όταν φτάσουμε την ταχύτητα του φωτός, ο χρόνος - θεωρητικά - σταματά. Κι επειδή σύμφωνα με τον Αϊνστάιν, ο χωροχρόνος νοείται ως ενιαίο μέσο, με τον χρόνο να αποτελεί την 4η διάστασή του, η Γενική Θεωρία της Σχετικότητας προβλέπει πως η βαρύτητα, δηλαδή η παραμόρφωση του χωροχρόνου από τη μάζα, όχι μόνο αλλοιώνει τις χωρικές διαστάσεις, αλλά επηρεάζει και τη ροή του χρόνου. Όσο μεγαλύτερη είναι η συγκέντρωση μάζας, τόσο επιβραδύνεται η ροή του χρόνου. Όταν η συγκέντρωση μάζας απειρίζεται, ο χρόνος και πάλι σταματά. Αν δηλαδή θα θέλαμε να σταματήσουμε τον χρόνο, θα έπρεπε να μετακομίσουμε σε μια μαύρη τρύπα ...
Η σχέση χρόνου και χώρου αποκτά έναν ακόμη «εξωτικό» αέρα όταν τη δούμε στο πλαίσιο της αστρονομίας. Αντίθετα από την κλασική αντίληψη και την κοινή αίσθηση, το φως δεν διαδίδεται στιγμιαία, αλλά με κάποια πεπερασμένη ταχύτητα. Η ταχύτητά του είναι πράγματι ασύλληπτα μεγάλη για τα ανθρώπινα μέτρα (300.000 χιλιόμετρα το δευτερόλεπτο), είναι όμως «συνηθισμένη» για τα μέτρα του σύμπαντος. Έτσι, το φως του Ήλιου χρειάζεται οκτώ λεπτά για να φτάσει στη Γη. Πώς αλλιώς μπορούμε να αντιληφθούμε αυτό το γεγονός; Μα ότι ο Ήλιος που βλέπω αυτή τη στιγμή είναι ο Ήλιος όπως υπήρχε οκτώ λεπτά νωρίτερα, τότε που ακόμη έπινα τον καφέ μου.
Σιγά το πράγμα, θα μου πείτε. Το πράγμα όμως αρχίζει να γίνεται πιο ενδιαφέρον όταν απομακρυνθούμε «λίγο» περισσότερο. Ο Άλφα του Κενταύρου, το πλησιέστερο αστέρι μετά τον Ήλιο, βρίσκεται αρκετά μακρύτερα: το φως του χρειάζεται 4 χρόνια για να φτάσει στη Γη. Αυτό σημαίνει πως το αστέρι που βλέπουμε στον ουρανό είναι ο Άλφα του Κενταύρου όπως ήταν πριν από 4 χρόνια, τότε που ήμουν ακόμη εργένης! Τον Σείριο – το λαμπρότερο μετά τον Ήλιο αστέρι στον ουρανό – τον βλέπουμε όπως ήταν πριν από 8,5 χρόνια, ενώ ο Αλδεβαράν μου δείχνει το πρόσωπο που είχε την εποχή του παππού μου, πριν από 60 χρόνια.
Η Ανδρομέδα, ο πασίγνωστος σπειροειδής γαλαξίας, μας εμφανίζεται στην πρώτη της νιότη – όπως ήταν πριν από σχεδόν δυόμισι εκατομμύρια χρόνια ... Όσο «απομακρυνόμαστε», όσο πιο μακριά μπορούμε να κοιτάζουμε με τα νέα διαστημικά τηλεσκόπια, τόσο πιο βαθιά στο παρελθόν κοιτάζουμε. Όσο πιο μακρινά είναι τα ουράνια σώματα που παρατηρούμε, τόσο πιο γέρικα είναι. Κάποια από αυτά ίσως δεν υπάρχουν πλέον τη στιγμή που εμείς τα περιεργαζόμαστε ... Ποια είναι τα αρχαιότερα αντικείμενα που βλέπουμε στον ουρανό;
Φως από το παρελθόν: Τα αρχαιότερα μεμονωμένα ουράνια αντικείμενα που έχουμε μπορέσει να δούμε είναι τα κβάζαρ, σημειακές πηγές φωτός που εκπέμπουν ενέργεια περισσότερη απ’ όση εκπέμπουν δεκάδες γαλαξίες μαζί. Βρίσκονται σε τεράστιες αποστάσεις από τη Γη (πολλά δισεκατομμύρια έτη φωτός), που σημαίνει πως το φως τους είναι αγγελιοφόρος του αρχέγονου παρελθόντος του σύμπαντος. Σύμφωνα με την επικρατούσα άποψη, τα κβάζαρ σηματοδοτούν το τέλος της «σκοτεινής εποχής» του σύμπαντος. Υπάρχει όμως και άλλο φως, που είναι ακόμη αρχαιότερο. Το διαστημικό παρατηρητήριο WMAP (Wilkinson Microwave Anisotropy Probe), που εκτοξεύθηκε το 2001, ανιχνεύει τη διάχυτη κοσμική μικροκυματική ακτινοβολία, τη θερμότητα που απόμεινε σαν ένα ανεπαίσθητο τρεμούλιασμα φωτός από τη μοναδική λαμπρότητα της Μεγάλης Έκρηξης, του Big Bang. To WMAP κοιτάζει πίσω στο χρόνο, και διακρίνει το αρχαιότερο φως του σύμπαντος. Αυτό το φως χρειάστηκε πάνω από 13 δισεκατομμύρια έτη για να φθάσει σε μας γεννήθηκε 380.000 χρόνια μετά τη Μεγάλη Έκρηξη, και. Οι εικόνες του σύμπαντος που δίνει το WMAP αντιστοιχούν στις βρεφικές φωτογραφίες ενός ογδοντάχρονου ...
μέσα από τα δάχτυλά μου
χωρίς να πιω ούτε μια στάλα.
Γιώργος Σεφέρης
Στους στίχους του Σεφέρη μπορούμε να αναγνώσουμε την υποκειμενικότητα της αίσθησης που έχουμε για τον χρόνο, καθώς και την τραγικότητα αυτής της υποκειμενικότητας. Αλλιώς κυλάει ο χρόνος για τον Γιώργο κι αλλιώς για τον φίλο του τον Βασίλη, αλλιώς κυλάει ο χρόνος για μένα κι αλλιώς για το γιο μου. Αλλά ακόμη και για τον ίδιο τον εαυτό μου ο ρυθμός του χρόνου «παίζει» από τη μια μέρα στην άλλη, από τη μια διάθεση στην άλλη.
Σας φαίνονται παράξενα αυτά; Μα όχι, γνωρίζετε πολύ καλά τί εννοώ. Τα παραδείγματα είναι πολλά και οικεία. Ατέλειωτες μοιάζουν οι ώρες στον προθάλαμο του χειρουργείου, όταν η ζωή του ανθρώπου μας κρέμεται από τα χέρια των γιατρών. Πόσο δύσκολα κυλά ο χρόνος όταν πρέπει να πάρουμε μια κρίσιμη απόφαση! Αλλά πώς τρέχει ο άτιμος όταν μας δίνεται η χάρη να περάσουμε ένα βράδυ με τον εκλεκτό της καρδιάς μας! Και πόσο γρήγορα γλιστρούν οι μέρες όταν βρεθούμε στο αγαπημένο μας νησί για διακοπές ...
Παρά το γεγονός πως κανένα ρολόι από αυτά που υπάρχουν δεν μπορεί να μετρήσει την ανθρώπινη αίσθηση της ροής του χρόνου, τον «ψυχολογικό χρόνο», είναι αναμφισβήτητο ότι η ψυχολογική μας κατάσταση είναι καθοριστική για το πώς νιώθουμε να κυλά ο χρόνος. Πόσο αργά, αιώνια αργά, μπορεί να περνούν οι ώρες και τα λεπτά για τον μελλοθάνατο που θα εκτελεστεί την επαύριο! Πόσο αργά, επώδυνα αργά μπορεί να πέρασαν τα ελάχιστα δευτερόλεπτα που μεσολάβησαν από την πρώτη ένδειξη βλάβης μέχρι την διάλυση του Κολούμπια ....
Ο χρόνος «ξέρει» να περνά και εντελώς απαρατήρητος, σαν αόρατος άνθρωπος, όταν μας αναλώνει η αδιάφορη καθημερινότητα. Τόσο απαρατήρητος, που κάποια μέρα αναρωτιόμαστε πώς είναι δυνατόν να πέρασαν έτσι τόσα χρόνια ... Και νιώθουμε πως ένα ποτάμι πέρασε μέσα από τα δάχτυλά μας χωρίς να πιούμε ούτε μια στάλα. Πως οι μήνες, τα χρόνια, δεν είχαν καμιά αξία, κανένα αντίκρισμα στη ζωή μας. Εντυπωσιακό και τραγικό...
Βιολογικός χρόνος: Για την Ελένη και τον Γιώργο ο ψυχολογικός τους χρόνος «μετράει» διαφορετικά. Διαφορετικά «μετράει» ο χρόνος και για τον Ντάμπο τον ελέφαντα, το σκύλο μας τον Τζακ ή τον Μπόμπυ, το χάμστερ του γιου μου. Σ’ αυτή την περίπτωση πρόκειται για διαφορές στο βιολογικό, φυσιολογικό (σχετικό με τη φυσιολογία) χρόνο. Η διάρκεια ζωής των έμβιων όντων εξαρτάται σε γενικές γραμμές από το μέγεθός τους.
Τα μεγαλύτερα ζώα ζουν περισσότερο από τα μικρότερα. Ο συμπαθής γρύλος δεν θα ζήσει περισσότερο από μερικούς μήνες. Το εξίσου συμπαθητικό αηδόνι που θα τον φάει μπορεί να ζήσει πάνω από 10 χρόνια. Αυτό σημαίνει πως μια εβδομάδα ή ένας μήνας για τον γρύλο «μετράει» πολύ περισσότερο απ’ ό,τι για το αηδόνι. Είναι η μισή ζωή του! Ας πάρουμε και κάποια πιο ακραία μεγέθη: μέσα στο δικό μας, ανθρώπινο, ανεπαίσθητο δευτερόλεπτο, εκατομμύρια βακτηρίδια γεννιούνται και πεθαίνουν.
Τα ζώα που έχουν αργό μεταβολισμό ζουν περισσότερο από εκείνα που έχουν ταχύ μεταβολισμό. Οι χελώνες έχουν πολύ αργό μεταβολισμό και είναι γνωστές για την παροιμιώδη μακροζωία τους, ενώ τα ποντίκια με τον ταχύ μεταβολισμό τους δεν ζουν περισσότερο από 1-2 χρόνια. Και πάλι είναι προφανές ότι ένας μήνας «βαραίνει» πολύ περισσότερο για το ποντίκι απ’ ό,τι για τη χελώνα.
No comments:
Post a Comment